Μια αρκετά ενδιαφέρουσα έρευνα που δημοσιεύθηκε στις 29 Αυγούστου 2016, αναφέρει ότι οι περισσότεροι κάτοικοι των ΗΠΑ που θεωρούν ότι έχουν κατάθλιψη δεν λαμβάνουν καμία θεραπεία, ενώ οι περισσότεροι που δεν λαμβάνουν θεραπεία, δεν έχουν πραγματικά κατάθλιψη !
Οι συγγραφείς αυτής της έρευνας αναφέρουν ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει αύξηση στη συνταγογράφηση αντικαταθλιπτικών , κάτι που είναι όμοιο και στην ελληνική πραγματικότητα.
Όμως στην έρευνα αυτή , από τους 46.417 ενήλικες που συμμετείχαν στην , το 8% απάντησε με τρόπο που έδειχνε ότι είχαν κατάθλιψη και μόνο το 29% των ατόμων φάνηκε να χρειάζονται θεραπεία , αλλά δεν λάμβαναν καμία (φαρμακευτική ή ψυχοθεραπεία).
Μεταξύ των ανθρώπων που έλαβαν θεραπεία για την κατάθλιψη, μόνο το 30 % είχε προβληθεί θετική για την κατάθλιψη και το 22%είχαν σοβαρή ψυχολογική δυσφορία-κατατονία. (Ασθενείς με σοβαρή ψυχολογική δυσφορία έχουν πιο σοβαρά συμπτώματα κατάθλιψης από ό, τι τα άτομα με ήπια κατάθλιψη.)
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα άτομα με σοβαρή ψυχολογική δυσφορία είχαν περισσότερες πιθανότητες να πάνε σε ψυχιάτρους παρά ασε κάποιον άλλον ειδικό ψυχικής υγείας.
Ο Δρ. Olfson , πρώτος συγγραφέας της έρευνας , διαπίστωσε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι με κατάθλιψη κάνουν τουλάχιστον μία επίσκεψη ετησίως σε ένα γιατρό πρωτοβάθμιας φροντίδας. Εάν για τον έλεγχο της κατάθλιψης ενσωματωθούν στην πρωτοβάθμια φροντίδα Ψυχολόγοι, θα υπάρξει καλύτερη πρόσβαση σε βοήθεια και την ευαισθητοποίηση σχετικά με την ασθένεια, μιας και με τον διάλογο ο πάσχον μπορεί να καταλάβει τι βιώνει πραγματικά και να βοηθήσει τον εαυτό του ή κάποιον άλλον πιο άμεσα, έστω προληπτικά.
Είναι γεγονός , πως αν τους δώσουμε σε κάποιον μια παραπομπή να πάει σε μια κλινική ψυχικής υγείας, απλά δεν θα πάει αν δεν πιστεύουν ότι έχουν μια διαταραχή της ψυχικής υγείας. Με την ενσωμάτωση των υπηρεσιών στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας φροντίδας, γίνεται πιο προσιτή , αποφεύγονται τα ήδη υπάρχοντα ταμπού και όσοι απευθύνονται νιώθουν λιγότερο στιγματισμένοι.
Ο Δρ. Benjamin Cook, ο διευθυντής του Ερευνητικού Εργαστηρίου Υγείας στο Harvard Medical School, συμφωνεί στην προαναφερθείσα άποψη, αλλά αναφέρει ότι για την αύξηση της πρόσβασης των μειονοτήτων θα απαιτούν από τους επαγγελματίες να έχουν την ικανότητα να προσαρμόζονται σε όλα τα κοινωνικοοικονομικά πλαίσια.
Στην ελληνική πραγματικότητα όλοι αναφέρουν καθημερινά έστω μια φορά την λέξη "Ψυχολογία". Σχεδόν όλοι όσοι έχουν πρόσβαση στο ίντερνετ, έχουν έστω μια φορά διαβάσει κάποιο άρθρο ψυχολογίας ή έχουν προσπαθήσει να κάνουν "αυτοδιάγνωση" , μια και φοβούνται να πάνε στον ψυχολόγο.
Πηγή : Mark Olfson , Treatment of Adult Depression in the United States , AMA Intern Med. Published online August 29, 2016. doi:10.1001/jamainternmed.2016.5057
Οι συγγραφείς αυτής της έρευνας αναφέρουν ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει αύξηση στη συνταγογράφηση αντικαταθλιπτικών , κάτι που είναι όμοιο και στην ελληνική πραγματικότητα.
Όμως στην έρευνα αυτή , από τους 46.417 ενήλικες που συμμετείχαν στην , το 8% απάντησε με τρόπο που έδειχνε ότι είχαν κατάθλιψη και μόνο το 29% των ατόμων φάνηκε να χρειάζονται θεραπεία , αλλά δεν λάμβαναν καμία (φαρμακευτική ή ψυχοθεραπεία).
Ενήλικες στην ομάδα χαμηλότερου εισοδήματος είχαν πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες να έχουν συμπτώματα κατάθλιψης, κάτι που όμως συνέβαινε και σε εκείνους που βρίσκονταν στην ομάδα υψηλότερου εισοδήματος.
Μεταξύ των ανθρώπων που έλαβαν θεραπεία για την κατάθλιψη, μόνο το 30 % είχε προβληθεί θετική για την κατάθλιψη και το 22%είχαν σοβαρή ψυχολογική δυσφορία-κατατονία. (Ασθενείς με σοβαρή ψυχολογική δυσφορία έχουν πιο σοβαρά συμπτώματα κατάθλιψης από ό, τι τα άτομα με ήπια κατάθλιψη.)
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι υπάρχουν απλούστερες μορφές ψυχολογικής παρέμβασης που μπορούν να προσαρμοστούν για την πρωτοβάθμια φροντίδα. Για παράδειγμα, οι ασθενείς μπορούν να κάνουν ψυχοθεραπεία.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα άτομα με σοβαρή ψυχολογική δυσφορία είχαν περισσότερες πιθανότητες να πάνε σε ψυχιάτρους παρά ασε κάποιον άλλον ειδικό ψυχικής υγείας.
Ο Δρ. Olfson , πρώτος συγγραφέας της έρευνας , διαπίστωσε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι με κατάθλιψη κάνουν τουλάχιστον μία επίσκεψη ετησίως σε ένα γιατρό πρωτοβάθμιας φροντίδας. Εάν για τον έλεγχο της κατάθλιψης ενσωματωθούν στην πρωτοβάθμια φροντίδα Ψυχολόγοι, θα υπάρξει καλύτερη πρόσβαση σε βοήθεια και την ευαισθητοποίηση σχετικά με την ασθένεια, μιας και με τον διάλογο ο πάσχον μπορεί να καταλάβει τι βιώνει πραγματικά και να βοηθήσει τον εαυτό του ή κάποιον άλλον πιο άμεσα, έστω προληπτικά.
Είναι γεγονός , πως αν τους δώσουμε σε κάποιον μια παραπομπή να πάει σε μια κλινική ψυχικής υγείας, απλά δεν θα πάει αν δεν πιστεύουν ότι έχουν μια διαταραχή της ψυχικής υγείας. Με την ενσωμάτωση των υπηρεσιών στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας φροντίδας, γίνεται πιο προσιτή , αποφεύγονται τα ήδη υπάρχοντα ταμπού και όσοι απευθύνονται νιώθουν λιγότερο στιγματισμένοι.
Ο Δρ. Benjamin Cook, ο διευθυντής του Ερευνητικού Εργαστηρίου Υγείας στο Harvard Medical School, συμφωνεί στην προαναφερθείσα άποψη, αλλά αναφέρει ότι για την αύξηση της πρόσβασης των μειονοτήτων θα απαιτούν από τους επαγγελματίες να έχουν την ικανότητα να προσαρμόζονται σε όλα τα κοινωνικοοικονομικά πλαίσια.
Στην ελληνική πραγματικότητα όλοι αναφέρουν καθημερινά έστω μια φορά την λέξη "Ψυχολογία". Σχεδόν όλοι όσοι έχουν πρόσβαση στο ίντερνετ, έχουν έστω μια φορά διαβάσει κάποιο άρθρο ψυχολογίας ή έχουν προσπαθήσει να κάνουν "αυτοδιάγνωση" , μια και φοβούνται να πάνε στον ψυχολόγο.
Σίγουρα είναι σεβαστό να φοβάσαι το άγνωστο ή να έχεις ταμπού...
αξίζει όμως να θυσιάζεις την ζωή σου και τα όνειρα σου γι αυτό το ταμπού?
Πηγή : Mark Olfson , Treatment of Adult Depression in the United States , AMA Intern Med. Published online August 29, 2016. doi:10.1001/jamainternmed.2016.5057
Επιμέλεια άρθρου:
Μέλος Βρετανικού Συλλόγου Ψυχολόγων
Κλινικών Ψυχολόγων , Νευροψυχολόγων
Μέλος Διεθνής Συλλόγου Coaching Ψυχολόγων Εκπαιδευτής Προγραμμάτων Ψυχικής Υγείας Πανεπιστημίου Αιγαίου.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μπορείτε να γράψετε την άποψή σας εδώ