Επιδημιολογία
Η σχιζοφρένεια συνήθως εμφανίζεται σε νεαρούς ενήλικες ή προς το τέλος της εφηβείας. Σπάνια συναντάται σε εφήβους και ακόμα σπανιότερα σε παιδιά (εκτιμάται ότι είναι 50 φορές συχνότερη στους εφήβους απ’ ότι στα παιδιά πριν την εφηβεία) (Schaeffer et al, 2002). Πολύ συχνά ο ένας ή και οι δύο γονείς του παιδιού έχουν επίσης σχιζοφρένεια. Η αναλογία αγοριών-κοριτσιών είναι 1:1 έως 2:1 και η ηλικία έναρξης δεν φαίνεται να διαφέρει μεταξύ αγοριών-κοριτσιών. Συνήθως τα αγόρια εμφανίζουν συμπτώματα σχιζοφρένειας σε μικρότερη ηλικία από τα κορίτσια. Η νόσος πολύ σπάνια διαγιγνώσκεται σε παιδιά μικρότερα από 5 ετών. Γι’ αυτό βέβαια ευθύνεται κι η αδυναμία να θέσει κανείς διάγνωση σ’ ένα μικρό παιδί νοητικά και συναισθηματικά ανώριμο, που ακόμα δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει καλά το λόγο και να ξεχωρίσει τη φαντασία απ’ την πραγματικότητα (Schaeffer et al, 2002).
Συμπτωματολογία
Τις περισσότερες φορές η έναρξη της νόσου είναι ύπουλη, τα συμπτώματα εμφανίζονται σταδιακά και αργά και σταθερά αποδιοργανώνουν το παιδί (Schaeffer et al, 2002). Το παιδί αρχίζει να φέρεται «παράξενα» ή «ακατανόητα» ενώ για να εμφανιστεί η πλήρης εικόνα της νόσου μπορεί να περάσουν μήνες ή χρόνια. Σπανιότερα, η νόσος εμφανίζεται απότομα σ’ ένα προηγουμένως φυσιολογικό παιδί. Τα συμπτώματα μοιάζουν με αυτά που εμφανίζονται στους ενήλικες (APA, 1994). Ένα κοινό σύμπτωμα είναι οι ψευδαισθήσεις, δηλαδή το παιδί αντιλαμβάνεται πράγματα που δεν υπάρχουν. Συνήθως ακούει φωνές (των γονιών, των δασκάλων ή και άγνωστων ανθρώπων) που δεν υπάρχουν, που το κριτικάρουν ή του κάνουν παρατηρήσεις. Άλλα παιδιά βλέπουν πράγματα που δεν υπάρχουν, συνήθως τρομακτικές εικόνες, όπως σκελετούς, τρομακτικά πρόσωπα κλπ.
Περισσότερα από τα μισά σχιζοφρενή παιδιά αναπτύσσουν κάποιου τύπου παραλήρημα, π.χ. μπορεί να νομίζουν ότι οι άλλοι τα κυνηγούν ή ότι θέλουν το κακό τους. Όσο αυξάνει η ηλικία, τόσο πιο οργανωμένο γίνεται το παραλήρημα, ενώ εμφανίζονται όλο και συχνότερα θέματα σεξουαλικού περιεχομένου (Spencer et al, 1994). Το συναίσθημα τους είναι ρηχό κι επιφανειακό ή απρόσφορο, ασύμβατο δηλαδή με τις περιστάσεις. Οι διαταραχές της σκέψης περιλαμβάνουν ασυναρτησία, ανακοπή της ροής της σκέψης, έλλειψη συνειρμών και γενικά «φτωχή» σκέψη. Το παιδί μπορεί να μεταπηδά από το ένα θέμα στο άλλο χωρίς εμφανή σύνδεση μεταξύ τους, ή να χρησιμοποιεί λέξεις που δεν υπάρχουν. Τα παιδιά αυτά έχουν πολύ περιορισμένες κοινωνικές δεξιότητες. Συχνά έχουν ιστορικό καθυστερημένης γλωσσικής και κινητικής ανάπτυξης, και δεν τα καταφέρνουν στο σχολείο αν κι έχουν φυσιολογική νοημοσύνη. Επίσης έχουν δυσκολία στη μάθηση, στην προσοχή και στην αφαιρετική σκέψη (Volkmar et al, 2002).
Αιτιοπαθογένεια
Η αναπτυξιακή προσέγγιση επικεντρώνεται σε γεγονότα που συμβαίνουν σε πολύ πρώιμα στάδια της ζωής που έχουν μεγάλη επίδραση στην πορεία της ανάπτυξης και θεωρούνται αναπτυξιακά πρόδρομα γεγονότα (developmental precursors) ή αναπτυξιακά ελλείμματα στη λειτουργικότητα, που αφορούν κυρίως το λόγο, την κινητικότητα και την κοινωνικότητα και θεωρούνται προνοσηρά συμπτώματα (premorbid symptoms), (Sporn et al, 2004). Αναπτυξιακά πρόδρομα και προνοσηρά συμπτώματα που σχετίζονται με την εμφάνιση της σχιζοφρένειας στην παιδική ηλικία αποτελούν: οι επιπλοκές κατά τον τοκετό (Parnas, 1982), τα ήπια νευρολογικά σημεία (Fish, 1977), οι αναπτυξιακές διαταραχές λόγου και ομιλίας (Jacobsen, 1998), τα παροδικά συμπτώματα διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών, τα προβλήματα μάθησης, προσαρμογής στο σχολείο και κοινωνικής λειτουργικότητας (Asarnow et al, 1994), η ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα (Alaghband-Rad et al, 1995) και το χαμηλότερο IQ (γύρω στο 80) (Spencer et al, 1994). Τα παιδιά με σοβαρές αναπτυξιακές παρεκκλίσεις θεωρούνται "υψηλού κινδύνου" για την εμφάνιση σχιζοφρένειας σε νεαρή ηλικία. Παρομοίως, όσον αφορά τη σχιζοφρένεια με έναρξη στην ενήλικη ζωή, έχουν παρατηρηθεί ήπιες γνωσιακές, κινητικές και συμπεριφορικές αποκλίσεις πολλά χρόνια πριν από την έναρξη της διαταραχής (Jones, 1994). Πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι υπάρχει αυξημένη πιθανότητα να παρατηρηθούν βραχέα θετικά συμπτώματα (ψευδαισθήσεις και παραληρήματα) στην παιδική ηλικία σε εκείνα τα άτομα που θα εμφανίσουν σχιζοφρένεια στην ενήλικη ζωή (Poulton, 2000). Τα ευρήματα αυτά αποτελούν ένδειξη για την ύπαρξη συνέχειας των ψυχωτικών συμπτωμάτων από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ζωή.
Πορεία και θεραπευτική προσέγγιση
Όσο καλύτερο είναι το επίπεδο λειτουργικότητας του παιδιού πριν νοσήσει, τόσο καλύτερη είναι η πρόγνωση της νόσου. Σημαντικό ρόλο παίζει η ηλικία της έναρξης, η στήριξη της οικογένειας κι ο βαθμός ανάκτησης της λειτουργικότητας μετά τη θεραπεία του αρχικού επεισοδίου. Επίσης η πρόγνωση της παιδικής σχιζοφρένειας είναι χειρότερη από ότι η πρόγνωση της σχιζοφρένειας των ενηλίκων και δεν ανταποκρίνεται τόσο καλά στη φαρμακευτική αγωγή.
Η θεραπεία περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή αντίστοιχη με αυτή που χορηγείται στους ενήλικες (αντιψυχωσικά φάρμακα), παρεμβάσεις στην οικογένεια, καθώς και προγράμματα ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, ώστε να συνεχίσει το παιδί το σχολείο, όταν αυτό είναι δυνατό (Volkmar et al, 2002).
Αντωνόπουλος Παναγιώτης
Ψυχολόγος, Μ.Α., Κλινικής Ψυχολογίας
Βιβλιογραφία:
Werry JS. Child and adolescent (early onset) schizophrenia: a review in the light of DSM-III-R. J Autism Dev Disord, 1992, 22: 601-624.
American Psychiatric Association. Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders -4th edition-DSM-IV, 1994, APA, Washington DC.
Kumra S, Sporn A, Hommer DW et al. Smooth pursuit eye-tracking impairment in childhood-onset psychotic disorders. Am J Psychiatry, 2001, 158: 1291-1298.
Sporn AL, Addington AM, Gogtay N et al. Pervasive developmental disorder and childhood-onset schizophrenia: comorbid disorder or a phenotypic variant of a very early onset illness? Biol Psychiatry, 2004, 55: 989-994.
Spencer KS, Campbell M. Children with schizophrenia: diagnosis, phenomenology and pharmacotherapy. Schizophr Bull, 1994, 20: 713-725.
Volkmar F, Tsatsanis K. Childhood schizophrenia. In: Lewis M (edit) Child and Adolescent Psychiatry, A comprehensive Textbook, 3rd ed, 2002, LWW.
Schaeffer J, Ross R. Childhood-onset schizophrenia: premorbid and prodromal diagnostic and treatment histories. J Am Acad Child Adolesc Psychiatry, 2002, 41: 538-545.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μπορείτε να γράψετε την άποψή σας εδώ