Ο Νικήτας Σταματελόπουλος (Νικηταράς) ήταν ένα από τα πρόσωπα που δήλωναν πάντα παρών στις μεγάλες μάχες.
Στο Βαλτέτσι, στην Αράχωβα, στα Δολιανά , στο Μεσολόγγι και φυσικά στα Δερβενάκια. Εκεί όπου έσπασε τρία σπαθιά από την ορμή με την οποία πολεμούσε.
Ανιψιός του Κολοκοτρώνη και πολύ πιστός του δεν είδα εξ αρχής με θετικό μάτι τον Όθωνα, ενώ είχε στηρίξει τον Ιωάννη Καποδίστρια. Το παλάτι γνώριζε ότι ο Νικηταράς είχε φιλορωσσικές πεποιθήσεις και φοβούμενοι μήπως θελήσουν να αντικαταστήσουν τον Όθωνα με κάποιον Ρώσσο, το 1839 συλλαμβάνεται για συνομωσία .
Φυλακίστηκε στο Παλαμήδι σε συνθήκες άθλιες. Ελλιπής σίτιση, ξυλοδαρμοί και απομόνωση ήταν μόνο μερικά από όσα πέρασε ο Νικηταράς.
Το 1840 δικάστηκε στην Πύλο, κρίθηκε αθώος και αφέθηκε ελεύθερος. Οι Βαυαροί όμως του επεφύλασσαν και άλλους διωγμούς. Δεν δέχτηκαν την απόφαση του Δικαστηρίου και με υπογραφή του Όθωνα φυλακίστηκε στην Αίγινα. Ο Νικηταράς είχε ζαχαρώδη διαβήτη και δεν το γνώριζε και και άρχισε να χάνει και το φως του. Μία φορά μόνο τον είδε ο Βαυαρός γιατρός και γνωμάτευσε ότι δεν έχει τίποτα αφήνοντας τον στην μοίρα του μέχρι την τελική τύφλωση.
Στην δίκη που έγινε στις 18 Σεπτέμβρη 1841, δόθηκε εντολή να προσαχθεί καθιστός. Πήρε αμνηστία και αποφυλακίστηκε σχεδόν τυφλός. Η κόρη του όταν τον είδε υπέστη ψυχολογικό σοκ . Ο αγωνιστής ήταν πλέον ένας γέρος και εντελώς τυφλός από τον διαβήτη. Πηγαίνει μετά στο Άργος να μείνει όπου είχε ένα αγρόκτημα στην θέση Σερεμέτι, κοντά στα όρια του Άργους προς το Ναύπλιο και την Νέα Κίο. Παρ᾽όλα αυτά, η φτώχεια και η τύφλωσή του τον οδήγησαν τελικά στην επαιτεία. Με εντολή της αρχής που όριζε τα πόστα επαιτείας στον Πειραιά, του όρισαν μια θέση κοντά στην σημερινή εκκλησία της Ευαγγελίστριας και του επέτρεπαν να στέκεται εκεί κάθε Παρασκευή.
Η φτώχεια του σχεδόν τυφλού πλέον στρατηγού ήταν τόση, ώστε δεν είχε χρήματα ούτε για να αγοράσει ψωμί για την άρρωστη γυναίκα του- εκείνος μπορούσε να αντέξει την πείνα περισσότερο. Το χειρότερο ήταν πως τον είχαν ξεχάσει όλοι. Ακόμα κι στρατηγός Μακρυγιάννης που πριν τον είχε βοηθήσει.Κι ας διαδιδόταν η κατάστασή του από στόμα σε στόμα.
Η περιπέτεια του ήρωα έφθασε στα αυτιά πρέσβη Μεγάλης Δύναμης, ο οποίος ενημέρωσε σχετικά την κυβέρνησή του. Έτσι κάποια στιγμή απεσταλμένος της πρεσβείας βρέθηκε στη θέση που ζητιάνευε ο στρατηγός.
Μόλις ο Νικηταράς τον αντιλήφθηκε ποιος ήταν, μάζεψε αμέσως το απλωμένο του χέρι!
- Τι κάνετε στρατηγέ μου; Ρώτησε ο απεσταλμένος.
- Απολαμβάνω την ελεύθερη πατρίδα! Απάντησε περήφανα ο ήρωας.
- Μα εδώ την απολαμβάνετε καθισμένος στο δρόμο;
- Η πατρίδα μου έχει χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά αλλά εγώ έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πώς περνάει ο κόσμος.
Είδε και απόειδε ο ξένος και γύρισε να φύγει χαιρετώντας ευγενικά. Φεύγοντας όμως, άφησε να του πέσει ένα πουγκί με χρυσές λίρες ώστε να μην προσβάλει τον πάμφτωχο στρατηγό.
Ο Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έπιασε το πουγκί το ψηλάφισε και φώναξε στον ξένο.
- Σου έπεσε το πουγκί σου. Πάρτο για να μην το βρει κανείς και το χάσεις!
Στις 25 του Σεπτέμβρη του 1849, ένας από τους γενναιότερους των Ελλήνων πεθαίνει ξεχασμένος, τυφλός και πάμφτωχος. Η τελευταία επιθυμία του ήταν να ταφεί δίπλα στον Κολοκοτρώνη.
Η πραγματικότητα είναι πιο σκληρή , μιας και άλλοι ΉΡΩΕΣ της επαναστάσεως είχαν την ίδια αντιμετώπιση .
Αυτοί ήταν άξιοι απόγονοι του Σωκράτη και του Λεωνίδα...
ΕΣΥ;
επιμέλεια άρθρου:
Αντώνιος Καλέντζης MBPsS / MISCP
Μέλος Βρετανικού Συλλόγου Ψυχολόγων
Κλινικών Ψυχολόγων , Νευροψυχολόγων
Μέλος Διεθνής Συλλόγου Coaching Ψυχολόγων
psychologized@gmail.com | www.antonioskalentzis.eu
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μπορείτε να γράψετε την άποψή σας εδώ